Συγκεκριμένα αναφέρει: "Οι άμαξες δεν σπανίζουν στην Αθήνα και βρίσκεις άφθονες για την πόλη και για την ύπαιθρο. Είπα πιο πάνω ότι η εξοχή βρίσκεται σε τέσσερις λεύγες (Ο Αμπού εδώ σαφέστατα υπονοεί την Κηφισιά η οποία όπως ήδη αναφέρθηκε, απείχε από την Αθήνα τέσσερις λεύγες) από την πόλη.
Τίποτα δεν είναι πιο άχαρο απ αυτά τα κακομοίρικα αμαξάκια της Αθήνας, τα μισοδιαλυμένα, κακοσυντηρημένα και ακάθαρτα. Σπάνια έχουν τζάμια και δεν ξέρω αν έχουν τέσσερις ρόδες. Τα βρίσκεις συγκεντρωμένα όλα σε μια λασπερή πλατεία που λέγεται Πλατεία των αμαξών.
Δεν είναι εύκολο να διαλέξεις αμάξι, τόσο πολύ σε τραβολογούνε και σε πολιορκούν οι αμαξάδες. Παζαρεύεις το αγώγι με αυτούς τους κυρίους: η αστυνομία δεν έχει ορίσει τιμολόγιο.Πας στον Πειραιά με μιάμιση δραχμή ή με εξήντα δραχμές κατά περίσταση. Τα άλογα των αμαξών είναι πολύ άσχημα. Αλλά δεν αφήνουν ποτέ τον καλπασμό".
Η ύπαρξη του μετζίλ στην Κηφισιά όπως αναφέρει ο Τσελεμπή, πιθανόν να ευνόησε την ευρεία χρήση των αμαξών για τη μετάβαση ανθρώπων και τη μεταφορά ταχυδρομείου και προϊόντων στην Αθήνα (έδρα καζά).
Οι συχνές επισκέψεις του Όθωνα και πολλών διακεκριμένων οικογενειών στην Κηφισιά, ίσως να επέβαλαν την τακτική επικοινωνία και πιθανόν σε αυτό το πλαίσιο να ιδρύθηκε ταχυδρομείο, το οποίο θα συνέδεε την Κηφισιά με την Αθήνα.
Ίσως στις εγκαταστάσεις του ταχυδρομείου περί το 1887, να χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά στην Ελλάδα το τηλέφωνο, το οποίο συνέδεσε την Κηφισιά με την Αθήνα. Ο Ραγκαβής απέστειλε από το Βερολίνο στον Γεώργιο Α' μια συσκευή, την οποία ο ίδιος ονόμασε "ο τηλέφωνος". Η επιστολή βρίσκεται - πιθανόν όχι τυχαία - στον σχετικό φάκελο της Κηφισιάς στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.
Πριν από τη σιδηροδρομική σύνδεση της Αθήνας με την Κηφισιά, οι Αθηναίοι πραγματοποιούσαν τις επισκέψεις τους στο καταπράσινο τότε χωριό της Κηφισιάς με άμαξες (μόνιππα) που, σαν βάρκες στη στεριά, κλυδωνίζονταν στους ανώμαλους και σκονισμένους δρόμους.
Ο μοναδικός δρόμος που οδηγούσε στην Κηφισιά ήταν η Λεωφόρος Μαραθώνος, η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε Λεωφόρο Κηφισιάς. Η διαδρομή από την Αθήνα κρατούσε μία έως μιάμιση ώρα.
Η κατάσταση της συγκοινωνίας με την Κηφισιά περιγράφεται με τον ακόλουθο γλαφυρό τρόπο στην εφημερίδα "Εθνοφύλαξ":
"Η λεγόμενη εταιρία της κοινότητος Κηφισιάς, η συγκροτήσασα, τακτικών και ακριβή δήθεν αμαξιτήν συγκοινωνίαν με τας Αθήνας, προς ευκολίαν των πολιτών, χρησιμεύει μάλλον ώς μάστιξ και τιμωρίαν αυτών.
Αγυρτία και παραλυσία, εγείρονται οι πολίται πρωίας, διά ν' αναβώσιν εις Κηφισσίαν περιμένουν τον διευθυντήν και προμηθευτήν εισιτηρίων εν τω ζαχαροπλαστείω κ. Γιαννοπούλου ίνα λάβωσι εισιτήρια, αλλ' ούτος κοιμάται νύδημον και βαθύν.
Σήμερον πρωίας αντί του μεγάλου λεωφορείου ανεχώρησε μικρά άμαξα με 2 μόνον επιβάτας, διότι οι άλλοι δεν είχον τον διευθυντήν να λάβωσι εισιτήρια, ο ρωμιός δε αμαξάς πολών άκρα τιμιότητα δεν εδέχετο τους επιβάτες προπληρώνοντας τ΄αμαξάτικα δια τας λοιπάς κενάς θέσεις, βιαζόμενος δε ν΄απέλθη εις την δροσεράν Κηφισσιάν αφήκε τον ράπτην επιβάτην Γ. Καραμανλή με πληρωμένο εισιτήριο 161, την Ελένη Πολυχρονίου προπληρώσασαν αφ' εσπέρας, δια να μεταβή πρωίας, διότι αύριον, τη είπον ήθελον τη δόσει το εισιτήριον!
Επερίμενεν ο δυστυχής αλλ' ο διευθυντής εκοιμάτο βαρουχίαν, εις υπηρέτης βεβαιοί την πληρωμήν, αλλ' ο αμαξάς δεν την παραλαμβάνει, βιάζεται δια την Κηφισσιά του μένει έτσι η δυστυχής, και τα έχουσιν λίαν κατεπείγουσαν ανάγκην. Και άλλα πολλά έμειναν μη όντος του διευθυντού να τοις δώση εισιτήρια. Άρα η αστυνομία δεν έχει καθήκον να περιστείλη τας τοιάυτας ατοπίας και βασάνους των πολιτών;"
Το στέκι των αμαξάδων στην Κηφισιά ήταν η περιοχή του Πλατάνου. Τα δρομολόγια που ακολουθούσαν δεν περιορίζονταν μόνο στα όρια του δήμου, αλλά έφταναν και στις γειτονικές περιοχές.
Οι επιβάτες χρησιμοποιούσαν τις άμαξες για ποικίλους λόγους, για τη μεταφορά τους, τους ρομαντικούς περιπάτους, για τη συμμετοχή τους σε τελετές (γάμους, βαπτίσεις) κλπ. Τα αμαξάκια ήταν τα ταξί της εποχής. Παλαιότερα όταν κάποιος έβλεπε στους δρόμους της Κηφισιάς άμαξα, προσπαθούσε να μαντέψει ποιοί την είχαν ενοικιάσει.
Οι αμαξάδες θεωρούσαν το άλογο μέλος της οικογένειάς τους. Όταν τελείωνε το αγώγι και γύριζαν σπίτι, το σκούπιζαν με μια πετσέτα, αν ήταν ιδρωμένο, και στη συνέχεια το σκέπαζαν με μια κουβέρτα για να μην κρυώσει. Το πρωί, όταν έζευε ο αμαξάς το άλογο, του έδινε ένα κομμάτι ζάχαρη.
Η άμαξα είχε έναν στεγασμένο χώρο για τους επιβάτες. Ήταν στολισμένη με γαλάζιες χάντρες, κορδέλες και λουλούδια δίπλα στον αμαξά.
Σταδιακά όμως από τη δεκαετία του 1920 έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα μικρά λεωφορεία, τα οποία εκτελούσαν το δρομολόγιο Κηφισιά-Αθήνα. Σχεδόν παράλληλα εμφανίστηκαν και τα ταξί. Η είσοδος των μέσων μαζικής μεταφοράς των πολιτών σταδιακά εκτόπισε τα μόνιππα.
Από το 1922 (Ν. 1958) αποφασίστηκε η συστηματική ανάπτυξη των μόνιμων και ημιμόνιμων οδοστρωμάτων για λόγους εξυπηρέτησης των οχημάτων. Συνολικά στρώθηκαν με άσφαλτο 46 οδοί, μια από τις οποίες ήταν και η Λεωφόρος Αθηνών - Κηφισιάς.
Σήμερα η άμαξα αποτελεί σύμβολο μιας ρομαντικής εποχής. Οι αμαξάδες ανταποκρίνονται στο κάλεσμα κάποιας νύφης για την μεταφορά της στην εκκλησία. Στη θέα τους οι Κηφισιώτες νοσταλγούν τον παλιό καλό καιρό με τις βόλτες στους καταπράσινους και ήσυχους κήπους της Κηφισιάς.
"ΚΗΦΙΣΙΑ: Όψεις της Ιστορίας της πόλης και του Δήμου - αρχειακά τεκμήρια"
Κάτι παρόμοιο στο blog :
.πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου