1930 Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπέγραψε με τον Κεμάλ το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας στην άλλη άκρη της γης, ένας Αμερικανός φιλόλογος, ο Θωμάς Γουάιτμορ (Th. Whittemore), ίδρυε το «Ινστιτούτο Βυζαντινών Σπουδών Αμερικής».
Η ίδρυση του Ινστιτούτου δεν ήταν τυχαία, όπως φάνηκε, καθώς, ύστερα από λίγους μήνες, τον Ιούνιο του 1931, επετράπη στον Γουάιτμορ η καθαίρεση των οθωμανικών κονιαμάτων από την περίοδο του 1847-9 του Σουλτάνου Αβδούλ Μετζίτ Α΄ και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους του ανετέθη η αποκάλυψη των ψηφιδωτών της Αγιάς Σοφιάς.
Η ίδρυση του Ινστιτούτου δεν ήταν τυχαία, όπως φάνηκε, καθώς, ύστερα από λίγους μήνες, τον Ιούνιο του 1931, επετράπη στον Γουάιτμορ η καθαίρεση των οθωμανικών κονιαμάτων από την περίοδο του 1847-9 του Σουλτάνου Αβδούλ Μετζίτ Α΄ και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους του ανετέθη η αποκάλυψη των ψηφιδωτών της Αγιάς Σοφιάς.
Πολλά ερωτήματα έχουν προκύψει σχετικά με την προσωπικότητα του Γουάιτμορ. Πώς ενδιαφέρθηκε ο ίδιος για την Αγιά Σοφιά, πώς γνωρίσθηκε με τον Κεμάλ και του ανέθεσε το έργο αυτό, πώς κατάφερε και συγκέντρωσε πόρους για το πολυδάπανο έργο…
Ο Γουάιτμορ είχε μυηθεί στον βυζαντινό πολιτισμό από τον Βρετανό επιστήθιο φίλο του Μάθιου Στιούαρτ Πρίτσαρντ (M. Stewart Prichard), ο οποίος εργάστηκε στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης και συνέχισε να γράφει μεγάλα τμήματα των εκθέσεων του Γουάιτμορ για τα αποκαλυφθέντα ψηφιδωτά της Αγίας Σοφιάς. Στα συνεχή ταξίδια του είχε γνωρίσει τα βυζαντινά μνημεία και τον Ελληνισμό και είχε γοητευθεί από τον βυζαντινό πολιτισμό, ο οποίος την περίοδο εκείνη είχε διαδοθεί στις ΗΠΑ ως αρχιτεκτονικός τύπος της «προτεσταντικής» πτέρυγας (Low church) σε αντιδιαστολή με την «ευαγγελική» (High Church) της Εκκλησίας των Διαμαρτυρομένων. Επίσης, κατά τη διάρκεια των ανασκαφών του στην Αίγυπτο είχε ενταχθεί στους Αλεξανδρινούς κύκλους πολλών φιλότεχνων Ελλήνων, όπως του επιστήθιου Ελληνοσύριου φίλου του Γάστωνος Ζανανίρη, καθώς και του Κωνσταντίνου Καβάφη.
Ο Γουάιτμορ είχε μυηθεί στον βυζαντινό πολιτισμό από τον Βρετανό επιστήθιο φίλο του Μάθιου Στιούαρτ Πρίτσαρντ (M. Stewart Prichard), ο οποίος εργάστηκε στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης και συνέχισε να γράφει μεγάλα τμήματα των εκθέσεων του Γουάιτμορ για τα αποκαλυφθέντα ψηφιδωτά της Αγίας Σοφιάς. Στα συνεχή ταξίδια του είχε γνωρίσει τα βυζαντινά μνημεία και τον Ελληνισμό και είχε γοητευθεί από τον βυζαντινό πολιτισμό, ο οποίος την περίοδο εκείνη είχε διαδοθεί στις ΗΠΑ ως αρχιτεκτονικός τύπος της «προτεσταντικής» πτέρυγας (Low church) σε αντιδιαστολή με την «ευαγγελική» (High Church) της Εκκλησίας των Διαμαρτυρομένων. Επίσης, κατά τη διάρκεια των ανασκαφών του στην Αίγυπτο είχε ενταχθεί στους Αλεξανδρινούς κύκλους πολλών φιλότεχνων Ελλήνων, όπως του επιστήθιου Ελληνοσύριου φίλου του Γάστωνος Ζανανίρη, καθώς και του Κωνσταντίνου Καβάφη.
Ένας από τους μεγιστάνες της εποχής και υποστηρικτής του Γουάιτμορ ήταν ο Τσαρλς Γκρέιβ (Ch. Grave), Ρωσόφιλος και εμπνευστής μιας ολόκληρης αποστολής, την οποία συντόνιζε ο Γουάιτμορ, με σκοπό την αποκατάσταση χιλιάδων Ρώσων φυγάδων μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων.
Ο Γουάιτμορ είχε φροντίσει να υιοθετηθούν πολλά ορφανά από τη Ρωσία, να ξεκινήσουν σπουδές και πολλά εξ αυτών να εγκατασταθούν στις ΗΠΑ.
Ήταν τότε που γνώρισε ως αυτόπτης μάρτυρας τη σκληρότητα της Ρωσικής επανάστασης του 1917 έναντι της εκκλησιαστικής κληρονομιάς της ρωσικής αυτοκρατορίας. Μεταλλικά σκεύη εκκλησιών ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής αξίας οδηγήθηκαν στα καμίνια και έλιωσαν, δεκάδες εκκλησίες απογυμνώθηκαν από τα κειμήλιά τους και απαγορεύθηκε η λειτουργία τους και μνημεία ιστορικά, όπως ο βυζαντινός Καθεδρικός του Ουσπένσκυ στο Κρεμλίνο, όπου στέφοντο οι Ρώσοι αυτοκράτορες, καθώς και πολλά μοναστήρια βομβαρδίστηκαν από τους επαναστάτες. Με παρασκηνιακές διαβουλεύσεις ο Γουάιτμορ κατάφερε και αγόρασε τις καμπάνες της βυζαντινής Μονής του Προφ. Δανιήλ στη Μόσχα και τις μετέφερε στις ΗΠΑ, αποτελώντας ίσως τις μοναδικές διασωθείσες από τα καμίνια των Μπολσεβίκων καμπάνες. Στο πλαίσιο αυτό ο Γουάιτμορ ταξίδευσε μεταφέροντας βοήθεια στο Ρωσικό μοναστήρι του Αγίου Όρους μαζί με τον Γκρέιβ.
Ο Γουάιτμορ είχε φροντίσει να υιοθετηθούν πολλά ορφανά από τη Ρωσία, να ξεκινήσουν σπουδές και πολλά εξ αυτών να εγκατασταθούν στις ΗΠΑ.
Ήταν τότε που γνώρισε ως αυτόπτης μάρτυρας τη σκληρότητα της Ρωσικής επανάστασης του 1917 έναντι της εκκλησιαστικής κληρονομιάς της ρωσικής αυτοκρατορίας. Μεταλλικά σκεύη εκκλησιών ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής αξίας οδηγήθηκαν στα καμίνια και έλιωσαν, δεκάδες εκκλησίες απογυμνώθηκαν από τα κειμήλιά τους και απαγορεύθηκε η λειτουργία τους και μνημεία ιστορικά, όπως ο βυζαντινός Καθεδρικός του Ουσπένσκυ στο Κρεμλίνο, όπου στέφοντο οι Ρώσοι αυτοκράτορες, καθώς και πολλά μοναστήρια βομβαρδίστηκαν από τους επαναστάτες. Με παρασκηνιακές διαβουλεύσεις ο Γουάιτμορ κατάφερε και αγόρασε τις καμπάνες της βυζαντινής Μονής του Προφ. Δανιήλ στη Μόσχα και τις μετέφερε στις ΗΠΑ, αποτελώντας ίσως τις μοναδικές διασωθείσες από τα καμίνια των Μπολσεβίκων καμπάνες. Στο πλαίσιο αυτό ο Γουάιτμορ ταξίδευσε μεταφέροντας βοήθεια στο Ρωσικό μοναστήρι του Αγίου Όρους μαζί με τον Γκρέιβ.
Αυτός του ο φόβος επανάληψης του ρωσικού σκηνικού στην Τουρκία, που βίωνε την επαναστατική δράση του Κεμάλ, ο οποίος συνδέθηκε και υποστηρίχθηκε από τον Λένιν και η σκληρότητα που επιδείχθηκε σε πολλά βυζαντινά μνημεία, διαπερνούσε συνεχώς το μυαλό του Γουάιτμορ. Ήδη, οι Νεότουρκοι είχαν κατεδαφίσει τον βυζαντινό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου με τα περίφημα βυζαντινά ψηφιδωτά στη Νίκαια της Βιθυνίας και είχαν παραδώσει στην πυρά την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης με τη μοναδική βιβλιοθήκη ελληνικών χειρογράφων.
Ο επιχειρηματίας και μαικήνας Τσάρλς Γκρέιβ, υποστηρικτής της Μεγάλης Ιδέας του Βενιζέλου, που αποτελούσε μέλος της παλαιάς «Επιτροπής Εξαγοράς της Αγιάς Σοφιάς» του 1919, στήριξε τις ελπίδες του για τη διάσωση του κορυφαίου μνημείου στον Γουάιτμορ.
Βοηθώντας οικονομικά, αλλά και διπλωματικά, με τη συνδρομή του Αμερικανού Πρέσβυ Ι. Γκριού (J. Grew) ενθάρρυνε τον Γουάιτμορ να αναπτύξει σχέσεις με τον ισχυρό άνδρα της κεμαλικής Κωνσταντινούπολης, διευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου της Πόλης και μετέπειτα βουλευτή και στενού συνεργάτη του Κεμάλ, Χαλίλ Ετέμ Μπέη (Halil Ethem Bey).
Ο Χαλίλ Μπέης ήταν μικρότερος αδελφός του περίφημου Οσμάν Χαμπτή Μπέη (Osman Hamdi Bey) και υπήρξε προστατευόμενος του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίντ Β΄, ο οποίος τον είχε διορίσει διευθυντή του Μουσείου Αρχαιοτήτων και αργότερα ίδρυσε το Μουσείο Καλών Τεχνών της Πόλης.
Σε επιστολή του Γουάιτμορ σημειώνεται ότι με τον Χαλίλ Μπέη έγιναν οι διαπραγματεύσεις, οι οποίες οδήγησαν στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του Κεμάλ τον Ιούνιο του 1931 να επιτραπεί η αποκάλυψη και συντήρηση των ψηφιδωτών, η οποία συνεχίστηκε παρά την αντίδραση του Τουρκικού Τύπου, καθώς και με τη δημοσίευση άρθρων του Χαλίλ Μπέη στον Τύπο, υπερασπίζοντας τον Γουάιτμορ.
Η αποκάλυψη των ψηφιδωτών της Κωνσταντινουπόλεως εντυπωσίασε ολόκληρο τον κόσμο. Στη σύντομη συνάντηση που είχε ο Γουάιτμορ με τον Κεμάλ στην Άγκυρα συνοδευόμενος από τον Χαλίλ Μπέη και την Ζέχρα Κεμάλ, θετή κόρη του Κεμάλ και απόφοιτο του Αμερικανικού Κολλεγίου Θηλέων της Κωνσταντινουπόλεως, ο Τούρκος Πρόεδρος εντυπωσιάστηκε από τα αποκαλυφθέντα ψηφιδωτά.
Αριθμημένα αντίγραφά τους διατέθηκαν στις ΗΠΑ προς πώληση και τα συγκεντρωθέντα ποσά αναχρηματοδότησαν τις εργασίες αποκάλυψης και συντήρησης του ψηφιδωτού διακόσμου της Αγιάς Σοφιάς.
Βοηθώντας οικονομικά, αλλά και διπλωματικά, με τη συνδρομή του Αμερικανού Πρέσβυ Ι. Γκριού (J. Grew) ενθάρρυνε τον Γουάιτμορ να αναπτύξει σχέσεις με τον ισχυρό άνδρα της κεμαλικής Κωνσταντινούπολης, διευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου της Πόλης και μετέπειτα βουλευτή και στενού συνεργάτη του Κεμάλ, Χαλίλ Ετέμ Μπέη (Halil Ethem Bey).
Ο Χαλίλ Μπέης ήταν μικρότερος αδελφός του περίφημου Οσμάν Χαμπτή Μπέη (Osman Hamdi Bey) και υπήρξε προστατευόμενος του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίντ Β΄, ο οποίος τον είχε διορίσει διευθυντή του Μουσείου Αρχαιοτήτων και αργότερα ίδρυσε το Μουσείο Καλών Τεχνών της Πόλης.
Σε επιστολή του Γουάιτμορ σημειώνεται ότι με τον Χαλίλ Μπέη έγιναν οι διαπραγματεύσεις, οι οποίες οδήγησαν στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του Κεμάλ τον Ιούνιο του 1931 να επιτραπεί η αποκάλυψη και συντήρηση των ψηφιδωτών, η οποία συνεχίστηκε παρά την αντίδραση του Τουρκικού Τύπου, καθώς και με τη δημοσίευση άρθρων του Χαλίλ Μπέη στον Τύπο, υπερασπίζοντας τον Γουάιτμορ.
Η αποκάλυψη των ψηφιδωτών της Κωνσταντινουπόλεως εντυπωσίασε ολόκληρο τον κόσμο. Στη σύντομη συνάντηση που είχε ο Γουάιτμορ με τον Κεμάλ στην Άγκυρα συνοδευόμενος από τον Χαλίλ Μπέη και την Ζέχρα Κεμάλ, θετή κόρη του Κεμάλ και απόφοιτο του Αμερικανικού Κολλεγίου Θηλέων της Κωνσταντινουπόλεως, ο Τούρκος Πρόεδρος εντυπωσιάστηκε από τα αποκαλυφθέντα ψηφιδωτά.
Αριθμημένα αντίγραφά τους διατέθηκαν στις ΗΠΑ προς πώληση και τα συγκεντρωθέντα ποσά αναχρηματοδότησαν τις εργασίες αποκάλυψης και συντήρησης του ψηφιδωτού διακόσμου της Αγιάς Σοφιάς.
Τον Αύγουστο του 1934 ξεκίνησαν οι εργασίες της ομάδας του Whittemore για την αποκατάσταση των ψηφιδωτών της Αγιάς Σοφιάς, με τα χριστιανικά ψηφιδωτά να παραμένουν καλυμμένα με γύψο, καθώς στο Ισλάμ απαγορεύονται οι απεικονίσεις.
Στις 24 Νοεμβρίου 1934, με πράξη του τουρκικού Υπουργικού Συμβουλίου, η αυθεντικότητα της οποίας αμφισβητείται από ορισμένους ερευνητές, η Αγιά Σοφιά ανακηρύχτηκε μουσείο, ενώ την 1η Φεβρουαρίου 1935 άνοιξε τις πύλες της με τη νέα της ιδιότητα.
Η φήμη που απέκτησε ο Γουάιτμορ του έδωσε τη δυνατότητα να συνεχίσει αργότερα και με την αποκάλυψη των ψηφιδωτών στη Μονή της Χώρας, την οποία επίσης ανάλογη απόφαση Υπουργικού Συμβουλίου είχε μετατρέψει σε μουσείο.
Ο Γουάτμορ συνέχισε αφοσιωμένος το έργο του έως τον θάνατό του από καρδιακή προσβολή το 1950 σε ηλικία 79 ετών.
Η μετατροπή και διατήρηση του καθεστώτος της Αγιάς Σοφιάς σε μουσείο τα τελευταία 86 χρόνια κατάφερε να αποτελέσει ιδεατό πλαίσιο συντήρησης, αποκάλυψης, διατήρησης και μελέτης των ανεπανάληπτων ψηφιδωτών και της αρχιτεκτονικής του κορυφαίου μνημείου όλων των εποχών. Ενός μοναδικού μνημείου, το οποίο έως και σήμερα ακόμη και οι Τούρκοι, το προσδιορίζουν με το ελληνικό του όνομα, που έλαβε πριν 1660 από τον Κωνσταντίνο τον Μέγα.
~πηγές: ert.gr, slpress.gr
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου