Ἡ Λέλα Καραγιάννη μὲ τὰ παιδιά της |
«Ευχαριστούμε το Άρωμα», μια φράση συνθηματική που ακουγόταν συχνά από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Καΐρου, παραπέμποντας στην ακόμα μια φορά επιτυχή έκβαση του σχεδίου της «Μπουμπουλίνας» της Αντίστασης, της Λέλας Καραγιάννη. Η λέξη «Αρωμα» παρέπεμπε στο Αρωματοπωλείο του φαρμακοποιού συζύγου της, μέσω του οποίου προσφέρθηκαν τεράστιες υπηρεσίες στην Εθνική Αντίσταση και με τα έσοδά του καλύφθηκαν πολλές από τις ανάγκες του Αγώνα. Αρχικά περιέθαλπτε τους πολεμιστές της Αλβανίας που δεν μπορούσαν να φτάσουν στα σπίτια τους, κάτι για το οποίο εξέφραζε τη θλίψη της: «Να πώς κατάντησαν οι νικητές μας, οι ήρωές μας που τους άξιζε να μπουν στην πόλη δαφνοστεφανωμένοι». Η θλίψη έγινε οργή και μίσος προς τους κατακτητές, κάτι που την οδήγησε στη δημιουργία μιας αυτοσχέδιας αντιστασιακής εθελοντικής οργάνωσης με κύριο γνώρισμα και διαφορά απ’ όλες τις άλλες ότι ψυχή και αρχηγός της ήταν μια γυναίκα, η Λέλα Καραγιάννη.
Ακόμα και τα επτά παιδιά της θα πάρουν μέρος σε επικίνδυνες αποστολές. Ανέλαβε η ίδια τη φυγάδευση στο Κάιρο περίππου 140 Βρετανών συμμάχων. Οι φλυαρίες όμως του Τζον Ουίλσον, ενός Αυστραλού που βοήθησε, οδήγησαν στη σύλληψη του Γιώργου Καραγιάννη, ο οποίος αντιμετώπισε γενναία τα βασανιστήρια λέγοντας:
Ακόμα και τα επτά παιδιά της θα πάρουν μέρος σε επικίνδυνες αποστολές. Ανέλαβε η ίδια τη φυγάδευση στο Κάιρο περίππου 140 Βρετανών συμμάχων. Οι φλυαρίες όμως του Τζον Ουίλσον, ενός Αυστραλού που βοήθησε, οδήγησαν στη σύλληψη του Γιώργου Καραγιάννη, ο οποίος αντιμετώπισε γενναία τα βασανιστήρια λέγοντας:
«Εγώ εγκαινίασα την τροχαλία». Πρώτη επιτυχία της οργάνωσης ήταν η σταδιακή απελευθέρωση Βρετανών αιχμαλώτων απ’ το στρατόπεδο των Γερμανών στην Κοκκινιά και η φυγάδευσή τους στη Μέση Ανατολή. Σημαντική εδώ ήταν και η συμβολή της αστυνομίας, που τους εφοδίασε με πλαστές ταυτότητες. Η «Μάνα Καραγιάννη», όπως πρώτος την αποκάλεσε έτσι ο Τζον Ατκινσον, μετέφερε -μεταμφιεσμένη- τρόφιμα και φάρμακα στους φυγάδες στο μοναστήρι του Αγίου Ιερόθεου Μεγάρων μέχρι να εξασφαλίσει τη διαφυγή τους με δικά της έξοδα, πουλώντας ακόμα και τα κοσμήματά της. Η αποστολή με καπετάνιο τον Ηλία Χρυσίνη στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία και τότε ακούστηκε πρώτη φορά από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Καΐρου η φράση «Ευχαριστούμε το Αρωμα». Η εξάπλωση του δικτύου κίνησε τις υποψίες των Ιταλών, οδηγώντας στη σύλληψη εκείνης και του συζύγου της. Καταδότες, ένας δάσκαλος και ένας Αγγλος λοχίας που είχαν λυγίσει από τα βασανιστήρια. Συνεχίζει όμως τη δράση της και μέσα από τις φυλακές. Οταν αποφυλακίζεται, αρχίζουν οι επικίνδυνες αποστολές με παρακολούθηση δωσιλογικών ομάδων και στρατευμάτων κατοχής – κατασκοπία, παροχή όπλων και πυρομαχικών σε αντάρτες του ΕΔΕΣ.
Ενα ολόκληρο δίκτυο χάρη στην ικανότητά της να προσεγγίζει τους κατάλληλους ανθρώπους. Συνεργαζόταν με το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής, με τον Αρχηγό της Αστυνομίας, με αντιφασίστες και αντιναζιστές που έδιναν πολύτιμες πληροφορίες, ακόμα και με Γερμανίδες που ζούσαν στην Ελλάδα. Χαρακτηριστική περίπτωση η Μαρία Γκλόκερ, στο σχέδιο της οποίας οφείλεται η ανατίναξη του αεροδρομίου του Τατοΐου και οι πολύτιμες πληροφορίες από το γερμανικό Ναυαρχείο.
Εκμεταλλευόμενη την αρχαιολατρεία των Γερμανών, επέλεξε έναν ξεναγό, τον Γεώργιο Σκηνίτη, που προσέγγισε τον αξιωματικό Φριτς Λίντερ του Φρουραρχείου Αθηνών, βγάζοντας όλα τα αντιχιτλερικά του αισθήματα, ώστε να δώσει τα ονόματα των πρακτόρων της γερμανικής αντικατασκοπίας σε Αθήνα και Κάιρο. Στην προσπάθειά της να μάθει τα ονόματα που «έδιναν» οι αγωνιστές που λύγιζαν στις φυλακές Αβέρωφ, πλησίασε μέσω της Γερμανίδας φίλης της Γκρέτας Ζαφειροπούλου (που είχε βοηθήσει και στην απόδραση της Κοκκινιάς) τον αξιωματικό της Γκε Εφ Πε (της μυστικής στρατιωτικής αστυνομίας της Βέρμαχτ), Χορστάιτ.
Επόμενος στόχος τα σχεδιαγράμματα για τους γερμανικούς καταυλισμούς σε Καστέλλα και Πασαλιμάνι μέσω του ανθυπιλάρχου-τοπογράφου Ιωάννη Βαρσόπουλου, ενώ ο ανθυπολοχαγός Μανώλης Λίτινας ήδη διείσδυε σε στρατιωτικά νοσοκομεία και στρατολογούσε εθελοντές. Η οργάνωση κατάφερε να απαγκιστρώσει τους αντάρτες του ΕΛΑΣ που είχε βάλει στόχο η γερμανική Μεραρχία Brandenburg με διοικητή του τάγματος το Χόλμαν, από τον οποίο και θα πάρει ένα σχέδιο του καταυλισμού του τάγματος στα Βίλια.
Η Λέλα Καραγιάννη ενίσχυε και βοηθούσε όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις, παρά το γεγονός ότι υπήρχε μια «συμπάθεια» στις λεγόμενες εθνικές οργανώσεις. «Ολα τα δάχτυλα του χεριού πρέπει να είναι ενωμένα σε γροθιά για να χτυπούν τον κατακτητή» έλεγε. Στην προσπάθειά της να προσεγγίσει τον Ντερτιλή, ήρθε στον δρόμο της ο μοιραίος άνθρωπος, ο Γιώργος Ριζόπουλος. Τον Μάρτιο του 1944, μπήκε στον «Ερυθρό Σταυρό» από καρδιοπάθεια και υπερκόπωση σε δωμάτιο-στρατηγείο. Τα πράγματα πήγαιναν καλά μέχρι τη σύλληψη του Ριζόπουλου. 8 Ιουλίου 1944 εκείνη θα ξαναμπεί στο νοσοκομείο. Ο άντρας της την ειδοποίησε να φύγει.
Ο Ριζόπουλος είχε μιλήσει και τα παιδιά της είχαν συλληφθεί. «Δεν φεύγω. Ας έρθουν να με πιάσουν. Είναι προτιμότερο, γιατί έτσι μπορεί ν’ απαλλαγούν τα παιδιά». Στη μεταπολεμική του έκθεση, ο γιατρός της, Μιχαήλ Σαρακηνός, σημειώνει: «Εκ των παραθύρων πολλοί δακρύοντες οφθαλμοί παρηκολούθουν μέχρις ότου εξηφανίσθη το απάγον την εθνομάρτυρα αυτοκίνητον μετά των δημίων της…».
Οδηγήθηκε στο κολαστήριο της οδού Μέρλιν βλέποντας βασανιστήρια για να σπάσει το ηθικό της και από κει στο Χαϊδάρι, στο Μπλοκ 15, ενώ οι δυο γιοι της ήταν στο κτίριο των μελλοθανάτων. Ο σατανικός δήμιος Μπέκε ήξερε ότι η Λέλα Καραγιάννη ήταν ο εγκέφαλος της οργάνωσης «Μπουμπουλίνα». Στην ανάκριση εκείνη θα χαστουκίσει τον Ριζόπουλο, ενώ δεν θα διστάσει να αποκαλέσει «κτήνος» τον Μπέκε και να πετάξει το μελανοδοχείο στον ανακριτή. Την απειλούσαν να μιλήσει, έχοντας το πιστόλι στο κεφάλι των δυο γιων της. «Τα παιδιά μου εγώ τα γέννησα, αλλά ανήκουν στην πατρίδα». Οδηγείται στην απομόνωση και λίγες μέρες μετά σε κελί.
Χαράματα 8ης Σεπτεμβρίου, δεν υπάρχει πια η μαύρη κούρσα που τη μετέφερε πάντα και μαζί με 72 άλλους οδηγείται στο εκτελεστικό απόσπασμα σε μια χαράδρα στη Μονή Δαφνίου. Αντιμετώπισε τον θάνατο με ψηλά το κεφάλι, φορώντας ένα ανοιξιάτικο φόρεμα μέσα στον θλιβερό Σεπτέμβριο. Λίγες μέρες πριν από την Απελευθέρωση… Τα πτώματα μεταφέρθηκαν στην Κοκκινιά… εκεί από όπου όλα είχαν αρχίσει. Τα δύο αγόρια της σώθηκαν την τελευταία στιγμή χάρη στις προσπάθειες του πατέρα τους.
Στο νεκροταφείο ο πιστός της σύντροφος θα σκύψει πάνω από τον τάφο και θα της πει: «Λέλα μου, έσωσα τα παιδιά μας». Το σπίτι της σήμερα ανήκει στον Δήμο Αθηναίων ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Μετά τον θάνατό της η Ακαδημία Αθηνών της απένειμε το Βραβείο Αρετής και Αυτοθυσίας, βραβεύτηκε ωστόσο και από τη βρετανική κυβέρνηση και από τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας για την προσφορά της.
~Κατερίνα Μπαλκούρα, ιστορικός, δημοσιογράφος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου