Παρασκευή 22 Ιουνίου 2018

ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ (Θεσσαλονίκη 20 Μαρτίου 1948 - 17 Απριλίου 2011)


Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Ξεκίνησε την καριέρα του τη δεκαετία του 1960 περνώντας από τους Olympians και τους Zealot. Συνεργάστηκε για πολλά χρόνια με τους Διονύση Σαββόπουλο, Μανώλη Ρασούλη και Νίκο Ξυδάκη. Έγινε ευρέως γνωστός με το δίσκο του Μανώλη Ρασούλη, Η εκδίκηση της γυφτιάς. Από την παραγωγή αυτή του Σαββόπουλου, μαθαίνουμε ότι το παρατσούκλι του ήταν «push-pull», λόγω των τεχνικών του γνώσεων. Χαρακτηριστικό του Παπάζογλου ήταν το κόκκινο φουλάρι που φορούσε στο λαιμό σε όλες του τις εμφανίσεις.
Τραγούδια του τραγούδησαν πολλοί μεγάλοι Έλληνες τραγουδιστές και επίσης στήριξε αρκετούς καλλιτέχνες και συγκροτήματα στα πρώτα τους βήματα μέσα από το στούντιό του, το Αγροτικόν, στη Θεσσαλονίκη. wikipedia.

KEIMENO/ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥ

Με το Νικόλα πίνουμε στο ίδιο μαγαζί στη Σαλονίκη.
Το «πιόμα» με το Νικόλα είναι αλλιώτικο.
Ο Νικόλας εμφανίζεται σαν απ' το πουθενά.
Ο Νικόλας έχει το όνομα του πατέρα μου.
Ο Νικόλας έχει βουνίσιο αέρα, αντάμα με θαλασσινό.

Μία απ' τις ελπίδες μου είναι ο Νικόλας.
Με το Νικόλα είμαστε απ' το ίδιο μέρος.
Νίκος = Λύκος. Μοναχικός, ιδιότροπος, ελεύθερος, «εντεψίζης».
Ο Νικόλας είναι η μισή η Σαλονίκη. Και μαζί του νιώθεις ότι η άλλη μισή είναι για σένα.
Στεντώριος κι αρρενωπός, τρυφερός, βελούδινος και αψύς, στράφτει, βροντά, χαμογελάει, νομίζεις συνέχεια πως τραγουδάει.
Ζωές του χθες, κομμάτια κρύσταλλα κι αγκάθια, δυόσμος τριμμένος και παστουρμάς, λεμονανθός όπου κι αν πας ...Je reviens.
Όπου κι αν πας, Νικόλα επέστρεφε...
Παντού είναι κάποιοι που μπορούν σωστά να περιμένουν...

Πρώτο τραπέζι πίστα-σκυλάδικα; Πρώτο τραπέζι νύστα -εντεχνάδικα; Ή κάνε τη μέρα νύχτα -πανυγήρια;
Είμαι για τα πανηγύρια. Είναι γνωστό τοις πάσι.
Ο Σον Κόνερι ξεκίνησε να δουλεύει 9 χρονών μοιράζοντας γάλα, όπως δήλωσε.

Ο δικός μας βόρειος πότε και τι;
Μοίραζα με ένα καροτσάκι -ιδιοκατασκευή- πάγο σε όλο το Kουλέ-καφέ. Ο μπαμπάς μου είχε κρεοπωλείο, έπαιρνε παραπάνω κολόνες πάγο για το ψυγείο του και εξυπηρετούσε τη γειτονιά -8 με 9 ετών, αυτά.

Τι άλλου είδους δουλειές έχεις κάνει;
Όλες τις χειρονακτικές. Ο μπαμπάς μου, με έβαζε κάθε καλοκαίρι και δίπλα από έναν μάστορα, για να μην αλητεύω ασκόπως. Έμαθα πολλά.

Πατέρας χασάπης. Κορμίστα Ν. Σερρών. Το τραγούδι πως;
Το τραγούδι ήταν η διασκέδασή μας μικρά. Μόλις σουρούπωνε τα καλοκαίρια, σκαρφαλώναμε σε κανένα μπεντένι και τραγουδούσαμε με την καρδιά μας, μέχρι που οι φωνές των μανάδων, για να μαζευτούμε για ύπνο, γίνονταν, πια, απειλητικές. Το πρώτο μου πάλκο, ήταν εκείνη η άκρη του χαλασμένου τείχους, επάνω από τον Ισλάχανέ. Όλη η πόλη φωτισμένη στα πόδια μου κι εγώ να της δίνω. Την λέγαμε η «άκρη του κόσμου».

Χαράζοντας πορεία καΐκι κι αεροπλάνο το ίδιο;
Ναι, όπως και στη ζωή. Εξ αναμετρήσεως ναυτιλία. Ξέρεις που θέλεις να πας και κρατάς στοιχεία διευθύνσεως, χρόνου και ταχύτητας όλη την ώρα, αλλιώς σε κάποια στιγμή θα αναρωτηθείς: «πού βρίσκομαι»;

Λεφτά, περιέργεια, γινάτι. Ποιος είναι ο οδηγός σου στη ζωή;
Παραφράζοντας λίγο το ομώνυμο τραγούδι: «Από περιέργεια υπάρχω κι από καπα­νταηλίκι».

Φοβήθηκες ποτέ σου πολύ;
Ναι, πολύ! Μια φορά, που παιδιά σκαρφαλώναμε το νταμάρι της Ευαγγελίστριας για να βγούμε στο Σέϊχ-Σου, κόλλησα στη μέση, δεν υπήρχε ούτε μπρος ούτε πίσω. ’ρχισε να μου φαίνεται λυτρωτικό το να αφήσω τα χέρια για να τελειώνει το μαρτύριο, αλλά υπερίσχυσαν άλλα μέσα μου και είπα «θα σε φάω, δε θα με φας» και τελείωσα την αναρρίχηση. Ήμουν 11 χρονών, νομίζω πως πήρα μισό μέτρο ύψος σε πέντε λεπτά από υπερηφάνεια.

Ο θάνατος κι ο έρωτας τα δυο βουνά μαλώνουν;
Δεν είναι πόλοι του ίδιου άξονα.

Μουσική σκηνή Θεσσαλονίκης. Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;
Πέρδεται ο πεθαμένος;

Όταν οδηγείς ή τρως έξω, θέλεις μουσική;
Όχι! και με ενοχλεί που την χρησιμοποιούν σαν ταπετσαρία παντού.

Τι είναι για σένα η ησυχία;
Ανεκτίμητο αγαθό. Περίοδοι ησυχίας, σου δίνουν τη δυνατότητα να ακούσεις τους λε­πτούς, αδύνατους, ανεπαίσθητους ήχους, που είναι πολύ σημαντικοί και καθοριστι­κοί, όπως, ας πούμε, το σύρσιμο των δακτύλων επάνω στη χορδή της κιθάρας, κα­θώς τα δάχτυλα αλλάζουν θέση, που είναι εξ ίσου σημαντικός ήχος με του φθόγγου που θα ηχήσει μετά, ή σου δίνουν τη δυνατότητα να ακούσεις τις σκέψεις σου, να συνδιαλλάξεις με τον εαυτό σου.
Τι αισθάνεσαι στο χειροκρότημα;
Μια φιλική καρπαζιά. Σα να σου λένε: «είσαι σε καλό δρόμο συνέχισε»!

Πού θα 'θελες να βρίσκεσαι τουλάχιστον μία ώρα κάθε μέρα;
Με μια καλή παρέα, τελείως «λάσκος», να μην υπάρχει ούτε ένας αχώνευτος τριγύ­ρω, να γουστάρω.

Είσαι οικονόμος ή σπάταλος;
Εάν περίμεναν από μένα να καταναλώνω τα σκουπίδια που προβάλλουν σαν απαραίτητα, δε θα είχαν κάνει ούτε «σεφτέ».

Ποια δουλειά απ' τις πολλές που 'χεις κάνει θα ξανάκανες με μεράκι;
Να γυαλίζω την μόστρα των μήλων του γέρο - Στεπάν, στο μανάβικο της γειτο­νιάς μου, με το μάλλινο πανάκι που κουβαλούσα πάντα μαζί μου. Κόκκινο ήταν, και το είχα πάντα στην πίσω τσέπη. Σου λέει τίποτα;
Έρχεσαι σε αμηχανία όταν...
...όταν βλέπω ανθρώπους να συμπεριφέρονται αδιαλόγιστα και να δείχνουν χαμηλή ευφυΐα... Τότε, στεναχωριέμαι πολύ!

Τι θαυμάζεις σε μία γυναίκα;
Θα πω κάτι που μοιάζει μεταμοντέρνο. Να είναι και να το δείχνει!

Φοβάσαι το άγνωστο;
Μπα! Μόλις μπεις μέσα του και σε τυλίξει, όλα ξαφνικά γίνονται γνώριμα. Ο φόβος υπάρχει, όσο είναι μακριά.

Τι εύχεσαι στο Νίκο Παπάζογλου;
Θέλω καλή υγεία και όρεξη για να δουλεύω για ένα οικουμενικό χαμόγελο, όπως μέχρι τούδε...

*Συνέντευξη στο Ως3 τον Δεκέμβριο του 2007.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...